Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Σημειώσεις για τις συγκρούσεις στους δρόμους της Αθήνας

                                                                           1
Είμαστε μάρτυρες της καθολικής αποδοχής (από μέρους της μεγάλης κοινωνικής συνισταμένης) όσων στους δρόμους των Εξαρχείων ήταν κοινός τόπος εδώ και τουλάχιστον τρεις δεκαετίες. Μια χούφτα ανθρώπων, διώχθηκε, δολοφονήθηκε ή φυλακίστηκε φωνάζοντας όσα η νεοελληνική κοινωνία αρχίζει σήμερα να υποψιάζεται...
Εδώ και μήνες, συντελείται ένας ολικός κοινωνικός μετασχηματισμός. Στο δημόσιο διάλογο δισταυρώνονται πολλαπλοί λόγοι διαφόρων προσανατολισμών, αναιρώντας την παραδοσιακή μονολιθική σύγκρουση δύο κύριων τάσεων, οι οποίες αποτελούσαν τις δύο όψεις του ίδιου -χρεοκοπημένου- νομίσματος (αριστερά και αριστερίστικες παραφυάδες, από τη μία μεριά, κυρίαρχοι και εκπρόσωποι του φιλελεύθερου Κέντρου, από την άλλη). Δεκέμβρης, 25η Μάη (ξέσπασμα πλατειών) και 12η Φλεβάρη, κλυδωνίζουν το υφιστάμενο κοινωνικό συμβόλαιο και τον απάνθρωπο πολιτισμό, που στην πιο πρόσφατή του εκδοχή λέγεται “μεταπολίτευση”. Και αυτή η ρευστότητα που προκύπτει, προβάλλει μπροστά μας, ολοζώντανο, ένα μεγάλο ερώτημα που έχει ανάγκη συλλογικών απαντήσεων.
2

Οι δεσμοί των ανθρώπων μέσα στην ελληνική κοινωνία -η οποία βασίστηκε εξαρχής σ' ένα μεγάλο ψέμα μιας νοερής και ανυπόστατης κοινότητας που ονόμασαν “Ελληνικό Έθνος”- εξασθενούν καθημερινά. Πλήθος ετερόκλητων κι απεγνωσμένων απόψεων αναζητούν και βρίσκουν το δικό τους Σωτήρα (!) σε διάφορες κατευθύνσεις. Παράλληλα, κανένα κόμμα δεν μπορεί να δώσει λύση (και πότε στ' αλήθεια μπορούσε?)· η ΓΣΕΕ, επιτέλους αργοπεθαίνει, παρέα με τις αριστερές γραφειοκρατίες, ενώ το Σύνταγμα που αποτελούσε μια αναλαμπή και που λειτούργησε ως συλλογικός φορέας έκφρασης, μέσα από τη συνέλευση της άμεσης δημοκρατίας, προς το παρόν, γκρεμίστηκε. Όλη αυτή η ταραχή αποτυπώνει ξεκάθαρα το κοινωνικό φαντασιακό περισσότερο κλυδωνιζόμενο από ποτέ, να λειτουργεί καταστρέφοντας και αναθεωρώντας νοήματα και αξίες, αδυνατώντας, όμως, να δημιουργήσει ένα νέο καθολικό πρόταγμα. Από αυτή την άποψη, η αδυναμία εμφάνισης μιας ενιαίας πολιτικής και κοινωνικής δημιουργίας, συνιστά τον πυροκροτητή της εξεγερσιακής καταστροφής που έζησε το κέντρο της Αθήνας.
3
Η κοινωνική οργή που αυξάνεται με αμείωτη ένταση εδώ και περίπου δύο χρόνια, και οι κοινωνικές διεργασίες που εδώ και καιρό είναι επί τω έργω συγκροτώντας μια συνεχή διερώτηση για το τι μπορούμε να κάνουμε, ενσαρκώνονται πλέον (με απεγνωσμένο τρόπο) στους δρόμους της Αθήνας, αλλά και ολόκληρης της χώρας. Ήταν περίπου αναμενόμενο ότι η Αθήνα θα κατακλυζόταν από καταδρομικές επιθέσεις οι οποίες θα έπνιγαν το κέντρο της πόλης. Η διαπίστωση αυτής της κατάστασης, δεν σημαίνει ότι είναι δικαιολογημένη, αλλά ότι είναι -τουλάχιστον- αιτιολογημένη. Πέρα, ωστόσο, από τις πολλές επιθέσεις, οι 500.000 (ή και περισσότεροι) που πλημμύρισαν την Αθήνα, παρέμειναν επίμονα στους δρόμους σχηματίζοντας -έστω και με εφήμερο τρόπο- κάποιους δεσμούς μέσα στο δημόσιο χώρο, και αφήνοντας, έτσι, ένα σημαντικό ιστορικό προηγούμενο.
4
Στους δρόμους γύρω από την πλατεία Συντάγματος, όπου απωθήθηκαν εξαρχής οι διαδηλωτές, συγκρούστηκαν χιλιάδες ανθρώπων, όλων των ηλικιών, και κάθε λογής πεποιθήσεων. Παρ' όλα αυτά, το σημερινό πρόβλημα στην Ελλάδα δεν είναι η κατάσταση εξέγερσης που δημιουργήθηκε στο κέντρο της Αθήνας, την οποία διέκρινε μια σχετική ωριμότητα, στο βαθμό που τα κτήρια που χτυπήθηκαν ήταν σημειολογικά φορτισμένα (τράπεζες, πολυεθνικές και ενεχυροδανειστήρια). Το πρόβλημα είναι οι κυρίαρχοι και η ενορχηστρωμένη επίθεση των Μέσων Μαζικής Εξαπάτησης που προσπάθησαν να μεταφέρουν την ουσία του πολιτικού, κοινωνικού και βαθιά ανθρωπολογικού προβλήματος σε μερικά καμμένα κτήρια (πολλά εκ των οποίων δεν ήταν καμμένα, όπως ψευδώς ισχυρίζονταν για ώρες οι τηλεοπτικοί κρετίνοι και μελλοντικοί καρπαζοεισπρκάκτορες). Αυτό, βέβαια, δεν έχει σε τίποτα να κάνει με την επιβράβευση της πυρπόλησης κτηρίων, όταν υπάρχουν πολύ σημαντικότερα πράγματα να γίνουν. Παρ' όλα αυτά, όσοι υποκύπτουν σε αυτό τον γελοίο αποπροσανατολισμό, είναι σίγουρο ότι δεν βρέθηκαν στους δρόμους της Αθήνας, η οποία μέρα με τη μέρα μετατρέπεται σε μια πόλη εφιαλτικών συγκρούσεων με πολύ έντονα χαρακτηριστικά μητροπολιτικής βίας (στοιχείο που συνηγορεί στην απουσία γενικευμένων συγκρούσεων στις υπόλοιπες πόλεις της χώρας). Παράλληλα, ακόμη κι αν υποθέταμε ότι όλοι όσοι συγκρούονταν ήταν «προβοκάτορες» (!) -δηλαδή, μια πόλη ολόκληρη-, ο ρόλος τους θα ήταν δυνητικά ο αποπροσανατολισμός της κοινής γνώμης. Όμως η κοινή γνώμη, ή τουλάχιστον το κομμάτι εκείνο των ανθρώπων (μεταξύ άλλων και αριστεροί) που μιλάει για προβοκάτορες οι οποίοι «αποπροσανατολίζουν τον κοσμάκη», εκτός του ότι δεν αντιλαμβάνεται πώς ο «κοσμάκης» δεν είναι ηλίθιος, έχει -ήδη- δικαιώσει τους προβοκάτορες που επικαλείται, στο βαθμό που ασχολείται μόνο μ' αυτούς!
5
Από τη μέρα που γέμισε για πρώτη φορά το Σύνταγμα, πόσες εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν, διαδήλωσαν και προσπάθησαν να διατηρήσουν μια ειρηνική στάση, έχοντας την αυταπάτη ότι η φιλελεύθερη ολιγαρχία θα λάβει υπόψιν της τη βούλησή τους, η οποία έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη νεοφιλελεύθερη δυτική θεολογία; Ολόκληρη η αριστερά, διαμορφώνει εδώ και χρόνια μια κουλτούρα υποταγής, που θέλει τις κινητοποιήσεις να έχουν αποκλειστικά διεκδικητικό χαρακτήρα. Πρέπει κάποια στιγμή, όμως, να γίνει κατανοητό ότι δεν έχουμε να να διεκδικήσουμε τίποτα κι από κανέναν. Το πρωτοφανές αδιέξοδο που συγκροτείται σήμερα έχει να κάνει με το ότι οι κυρίαρχοι δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν παραχωρήσεις, κι ο κόσμος αδυνατεί να επιβάλλει την -όποια- βούλησή του. Από την άποψη αυτή, μια ειρηνική διαδήλωση θα είχε, αν όχι λιγότερα, τα ίδια ακριβώς αποτελέσματα με τις συγκρούσεις που απλώθηκαν σε ολόκληρο το κέντρο. Ποιο είναι, από 'δω και στο εξής, το νόημα ειρηνικών παθητικών διαμαρτυριών μπροστά στη Βουλή, όταν είναι παραπάνω από προφανές ότι οι κυρίαρχοι δεν έχουν την παραμικρή επαφή με την πραγματικότητα και δεν είναι διατεθειμένοι, όχι να φύγουν, αλλά ούτε και να αφουγκραστούν στοιχειωδώς την κοινωνική ασφυξία;
6
Το πρόβλημα παραμένει ολοζώντανο, και δεν έχει σε τίποτα να κάνει με τις όποιες συγκρούσεις, αλλά με την αδυναμία μας να αυτοδιαχειριστούμε τις ζωές μας· την αδυναμία μας να αυτοκυβερνηθούμε. Όσο το υπαρκτό αυτό πρόβλημα παραμένει, οποιαδήποτε μομφή επιρρίπτει τις ευθύνες αλλού, συσκοτίζει την πραγματικότητα (της αδυναμίας μας να πάρουμε τις ζωές μας στα χέρια μας). Μπορεί οι συγκρούσεις να μην συνεισφέρουν προς αυτή την κατεύθυνση, τουλάχιστον άμεσα, αλλά οι αιτίες που τις υποκινούν, οι τρομακτικοί δεσμοί αλληλεγγύης που συγκροτούνται και η επιθυμία για την ανατροπή των σχέσεων διαμεσολάβησης (βουλή, κόμματα και «ειδικοί» της πολιτικής), πρέπει να βρουν τον τρόπο να ενσαρκωθούν και να βάλουν την ταφόπλακα στο πτώμα της κοινοβουλευτικής ολιγαρχίας. Υιοθετώντας μια θεολογική ανάγνωση που βλέπει τις συγκρούσεις ως ενσάρκωση του Καλού από τη μία πλευρά, και ενσάρκωση του Κακού, από την άλλη, συγκαλύπτεται η ουσία του προβλήματός. Ακόμη περισσότερο, το επίπλαστο αυτό δίλημμα, αποτελεί την επιφάνεια ενός πολύπλοκου κοινωνικού προβλήματος, στο βάθος του οποίου βρίσκεται ολόκληρη η δυναμική του. Μπορεί οι επιθέσεις και η αντίδραση της κοινωνίας να είναι προτιμότερη από την καταθλιπτική απάθεια των προηγούμενων μηνών, αλλά αυτό δεν μπορεί να μας πει από μόνο του τίποτα, στο μέτρο που δεν αναδύεται ένα καθολικό πολιτικό πρόταγμα για το οποίο να αγωνιστούμε. Η βαθιά αντι-πολιτική βία που αποτέλεσε το ανάχωμα στις λυσσασμένες επιθέσεις των ένστολων φονιάδων, αναδεικνύει ακριβώς το πολιτικό πρόβλημα που υπάρχει: μια θεσμισμένη εξουσία (μεγάλα Κεφάλ[α]ια) που δεν μπορεί και μια θεσμίζουσα εξουσία (κοινωνία) που δεν θέλει, εγκλωβισμένη στα σταυροδρόμια του λαβυρίνθου που η ίδια έχει φτιάξει.
7
Πρέπει να ανακαλύψουμε αυτό που ποτέ δεν αποκτήσαμε: την αλληλεγγύη και μια ενιαία -ανθρώπινη, όχι κομματική, οπαδική ή θρησκευτική- κοινότητα που να αποτελεί το συνδετικό στοιχείο των ανθρώπων, εξασφαλίζοντας έτσι την κοινωνική συνοχή. Χρειάζεται μια βαθιά ανθρωπολογική αλλαγή, μέσω της οποίας οι άνθρωποι θα καταφέρουμε το άνοιγμα στο Άλλο, στο διαφορετικό, με τρόπο τέτοιο που να μπορούμε να συνυπάρξουμε και να αποφασίζουμε δημοκρατικά και αυτόνομα, μακριά από τη διαμεσολάβηση και τους «ειδικούς». Απέναντι στην υλική, σημασιολογική και συμβολική βία που δεχόμαστε, θα πρέπει να απαντήσουμε όχι με περισσότερη βία, αλλά με περισσότερους κοινωνικούς δεσμούς, δημοκρατικές δομές και την καθολική απόφαση να πάρουμε τις ζωές μας στα χέρια μας.
Η αγριότητα της καθημερινής μας ζωής θα επιτείνεται συνεχώς, και αυτό, εκ των πραγμάτων, θα κάνει τα γεγονότα, τις συγκρούσεις και τα καμμένα κτήρια να ξεχαστούν. Από εδώ και στο εξής, γνωρίζουμε ότι η 12η Φλεβάρη συνιστά από πολλές απόψεις μια ακόμα μεγαλύτερη ρήξη με την κουλτούρα της μεταπολίτευσης. Ο νέος κόσμος που αναδύεται μπροστά μας, είτε θα συντίθεται από το θέαμα μιας γενικευμένης καταστροφής, που θα περιμένει παθητικά από τους κυρίαρχους νεοσοσιαλδημοκρατικές κατασκευασμένες (και όχι δημιουργημένες από τα κάτω) “λύσεις”, είτε θα αποτελεί την άνευ όρων κοινωνική δημιουργία, μέσα από μια πανσπερμία ιδεών, ονείρων, προθέσεων και επιθυμιών.
8
Για να αλλάξει η κοινωνική πραγματικότητα, πρέπει πρώτα να φανταστούμε πώς την θέλουμε και στη συνέχεια να την δημιουργήσουμε. Η ενσάρκωση της φαντασιακής θέσμισης με όρους υλικούς προϋποθέτει να σκεφτούμε τι θα θέλαμε, και τι θα έπρεπε να κάνουμε από σήμερα, θεωρώντας ότι η κοινωνία που ξέραμε αποτελεί παρελθόν. Πρέπει να φανταστούμε σήμερα τον κόσμο που θέλουμε και να τον κάνουμε υλική πραγματικότητα, τέτοια, που θα είναι σε πλήρη αντιστοιχία με τα όνειρά μας. Κάθε μεγάλο γεγονός, κάθε μεγάλη μάχη, θα πρέπει να αποτελεί ένα πρόσθετο βήμα προς την τελική σύγκρουση με το καθεστώς. Κάθε μικρό γεγονός, θα πρέπει να αποτελεί την οικοδόμηση του κόσμου που θέλουμε να το διαδεχτεί. Αν η απάθεια είναι χαρακτηριστικό της εποχής μας, τότε ένα είναι το σίγουρο: ότι θα συνεχίσει να αποτελεί πυρηνικό χαρακτηριστικό της κοινωνίας μας και μετά από μια μεγάλη σύγκρουση. Και τότε, ο θίασος της διαμεσολάβησης θα αναλάβει το θεάρεστο ρόλο του. Πρέπει να σχεδιάσουμε στο μυαλό μας, στη φαντασία μας και στις συζητήσεις μας τον κόσμο που επιθυμούμε. Και κατόπιν, να ξεκινήσουμε να τον χτίζουμε με τα μόνα υλικά που διαθέτουμε: την αγάπη, την αξιοπρέπεια, την αλληλεγγύη και τον έρωτα (α και τα εργοστάσια!).
Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012
Εκκεντρική Υποτροπή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου