Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

Η Αριστερά των αποζημιώσεων και η Δεξιά των «δανεικών» (ανέξοδων) αντιστάσεων

Το εθνο-δεξιό και αριστερο-πατριωτικό μέτωπο διαγράφεται τελευταία με πυκνό τρόπο στην πολιτική σκηνή. Τα επίσημα κόμματα, που μέχρι σήμερα στηρίζουν την κυβέρνηση «εθνικής συνεννόησης», σήκωσαν μπαϊράκι ενάντια στις «παράλογες» απαιτήσεις της «Τρόικας» και στις «επιθυμίες» της Γερμανίας για εγκατάσταση «επίτροπου» στη χώρα, εκφράζοντας και αποκρυσταλλώνοντας έτσι την εθνικοπατριωτική ρητορεία και ιδεολογία στην πολιτική σφαίρα. Μπροστάρηδες βέβαια σε αυτήν την πολιτική είναι τα ΜΜΕ.

Αναφορικά με τα σκληρά μέτρα λιτότητας, που «επιβάλλει» η Τρόικα (μάλιστα, χαρακτηριστικά προβάλλεται το «χαιρέκακο» ύφος των τεχνοκρατών της), είναι βολικό για τους κυβερνώντες να τα ρίχνουν στον «ξένο» παράγοντα. Λες και οι
ίδιοι δεν έχουν καμία ευθύνη για την φοροαπαλλαγή του κεφαλαίου, τη διαφθορά και τα προνόμια στις διάφορες συντεχνίες ή την πλήρη διάλυση της προνοιακής-κοινωνικής πολιτικής, τις άθλιες εργασιακές σχέσεις και τις συνθήκες σκληρής εκμετάλλευσης όλων των προηγούμενων χρόνων. Ενώ είναι ελληνικό κατόρθωμα η κατακόρυφη μείωση των μισθών με παράλληλη ανατίμηση σε όλα τα προϊόντα – ιδιαίτερα αγαθά πρώτης ανάγκης. Είναι φανερό ότι, για όλους αυτούς τους δεξιο-πασοκο-λαϊκιστές παράγοντες της πολιτικής ζωής, είναι προτιμότερο να υπάρχουν ντόπιοι «επίτροποι» και επιτελείς του κεφαλαίου.

Όσο για τον «επίτροπο», η διγλωσσία και αντιφατικότητα στο λόγο και στη σκέψη περισσεύουν: Από τη μία μιλούν για ουσιαστική οικονομική και πολιτική ένωση της Ευρώπης, η οποία συνεπάγεται ότι οι προϋπολογισμοί των κρατών πρέπει να γίνονται βάσει κοινού σχεδιασμού και εποπτείας που υπερβαίνει την έννοια της εθνικής κυριαρχίας. Και από την άλλη αρνούνται με πατριωτικό σθένος την προοπτική να εγκατασταθεί «επίτροπος» (και μάλιστα γερμανός, τι ντροπή!) για να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα της ελληνικής διοίκησης. Προσποιούνται πως δεν ξέρουν ότι η γραφειοκρατία, η ευνοιοκρατία και η διαφθορά στο κράτος, αποβαίνει σε βάρος των ταξικών συμφερόντων των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Εξάλλου, είναι στα συμφωνηθέντα των συνθηκών οικονομικής «βοήθειας» μια μορφή διεθνούς εποπτείας από εκπροσώπους ευρωπαϊκών οργάνων.


Αλλά και σημαντικό τμήμα από τη ρεφορμιστική αριστερά – και όχι μόνο – δεν μένει πίσω∙ ακολουθεί λαχανιασμένη τα αστικά κόμματα σε αυτόν τον συναγωνισμό εθνο-πατριωτισμού και λαϊκισμού, που μόνο την αστική εξουσία και τον καπιταλισμό ευνοεί. Δεν αρκείται μόνο στο να αναπαράγει τον παραπάνω ιδεολογικοποιημένο λόγο. Η τακτική της ρητορικής αντίστασης και της ανέξοδης αριστερής κριτικής αποθεώνεται στο αίτημα για «γερμανικές αποζημιώσεις», το οποίο θέτουν ως προνομιακό θέμα στην ατζέντα τους «ιστορικές» προσωπικότητες της αριστεράς, όπως ο Μανόλης Γλέζος. Υπερφίαλη ρητορική που φτάνει μέχρι λογικές ακροβασίες και παρερμηνείες της ιστορίας, όπως «αν δεν υπάρχει ναζιστικό καθεστώς σήμερα στη Γερμανία το οφείλει και στην πάλη του ελληνικού λαού».

Όσο και αν, από μια – μάλλον κοντόθωρη – οπτική περί ηθικής και διεθνούς δικαίου, ένα τέτοιο αίτημα θεωρείται δίκαιο και θεμιτό, ωστόσο δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε τον ιστορικό αναχρονισμό και την ανεδαφικότητα τέτοιων «επιχειρημάτων». Γιατί μπορεί η ιστορική μνήμη και οι αγώνες της αριστεράς – και συγκεκριμένων προσωπικοτήτων που αναδείχθηκαν από αυτούς – να έχουν ένα ειδικό βάρος στη συλλογική μνήμη και συνείδηση, εντούτοις δεν μπορεί να γίνονται άκριτα και μηχανιστικά αναγωγές και συνδέσεις με την παρούσα συγκυρία. Αυτό ας το προσέξουν οι καταξιωμένες στη συνείδηση του κόσμου προσωπικότητες, αν θέλουν να βοηθήσουν πραγματικά στις σημερινές συνθήκες και όχι, άθελά τους, να μας παρασύρουν σε πισωγυρίσματα στην ιστορία και σε ξεπερασμένες και επικίνδυνες εθνικο-πατριωτικές ρητορικές.

Αυτό λοιπόν που δεν μας λένε οι – κατά άλλα σεβαστές λόγω των αγώνων τους – προσωπικότητες της αριστεράς είναι ότι ο γερμανικός λαός υπέφερε τα πάνδεινα μετά την ήττα του από του συμμάχους. Όλος ο χρυσός της χώρας μαζί με όλα τα χρηματικά αποθέματα και γενικά δημόσιος ο πλούτος είχε κλαπεί από τους δυτικούς κεφαλαιοκράτες και ο λαός λιμοκτονούσε. Όμως, σε περιπτώσεις όπου μια χώρα εξαθλιώνεται, με βάση ποια αριστερή λογική πρέπει να χρωστάει μετά σε άλλες χώρες; Από πού θα τα βρει αυτά τα χρήματα; Δεν θα πρέπει να ξεζουμίσει και να εκμεταλλευτεί για άλλη μια φορά τους εργαζόμενους;

Είναι σοβαρό λάθος και επιφανειακή προσέγγιση το να ξεχνάμε ότι τέτοιες απαιτήσεις περί αποζημιώσεων από τη Γερμανία, μετά τον Α Παγκόσμιο, έθρεψαν το μίσος και την αγανάκτηση του γερμανικού λαού και έστρωσαν το έδαφος για την άνοδο του ναζισμού. Τις ίδιες ασφυκτικές πιέσεις και ανάλογο αντίκτυπο προς τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα έχει και το χρέος που καλείται να πληρώσει ο ελληνικός λαός: ο συντηρητισμός και η εγκατάσταση στο συλλογικό φαντασιακό προσδοκιών για ολοκληρωτικές λύσεις και για εθνοσωτήρες, είναι ορατή προοπτική.

Αλλά ακόμη και σήμερα, για να δώσει η Γερμανία στην Ελλάδα, ας πούμε 168 δισ. (τόσα τα υπολογίζει ο Μανόλης Γλέζος ή μήπως κάνει παζάρια, δηλαδή λέω τόσα για να πάρω έστω τα μισά;), από πού θα τα βρει, αν όχι από τις τσέπες των γερμανών εργαζομένων; Ή μήπως θα πρέπει να δανειστεί και η Γερμανία για να ξεπληρώσει τα χρέη της; Θεωρείται ότι έχει καμιά σχέση η σημερινή γερμανική κοινωνία με τη ναζιστική Γερμανία που ανέχτηκε και στήριξε μαζικά εγκλήματα κατά των λαών; Μεγάλο ατόπημα, αν ισχύει κάτι τέτοιο. Προκύπτει λοιπόν μείζον ζήτημα από τη σκοπιά μιας άλλης, υπέρ της αλληλεγγύης – και άρα πιο κοντά στην αριστερά – ηθικής. Και ας αναρωτηθούμε, ποιον συμφέρει να υποδαυλίζονται παλιά πάθη και τραυματικές μνήμες μεταξύ των λαών;

Τι άλλο εκτός από αντιφατικό θα χαρακτηρίζαμε το να ασκεί μερίδα της αριστεράς σκληρή κριτική στην όλη πολιτική του χρέους – που μεγάλο μέρος του από ιδιωτικό βαφτίστηκε «δημόσιο» – και στην εκμετάλλευση-αφαίμαξη της κοινωνίας, και ταυτόχρονα να ποντάρει στη λογική του χρέους μιας άλλης χώρας προς την Ελλάδα; Μήπως, ασυνείδητα, υπερασπίζεται τη δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία που φαίνεται ότι αποτελεί ίδιον της ελληνικής αριστεράς, ώστε να κάνει ανέξοδη αντίσταση με τα κρατικά κονδύλια;

Περαιτέρω, αν υποθέσουμε ότι γεμίζουν τα κρατικά ταμεία με εκατοντάδες ευρώ, τι θα αλλάξει; (Γιατί είναι αφελής η προσδοκία ότι οι εν λόγω αποζημιώσεις θα πάνε απευθείας σε αποκατάσταση και «ανάπτυξη χωριών και περιφερειών»). Μήπως δεν θα βολευτούμε πάλι πίσω από την προηγούμενη κατάσταση της ρεμούλας, της επίπλαστης ευδαιμονίας, του ατομισμού, των δανεικών ανέσεων και δεν θα απεμπολήσουμε την όποια αλληλεγγύη, συνείδηση και διάθεση για αγώνα έχουμε, λόγω και των πιεστικών συνθηκών που βιώνουμε; Δεν θα ξεχάσουμε έτσι την εκμετάλλευση και την καταπίεση που υφιστάμεθα, αποχαυνωμένοι και πάλι από το καπιταλιστικό «Greek dream»; Ενώ βέβαια, σε καμιά δεκαριά χρόνια, θα ξαναφτάσουμε στην ίδια αδιέξοδη κατάσταση της σήψης και της παρακμής.

Πάντως κοινωνική αλλαγή-ανατροπή του καπιταλισμού και ριζοσπαστική κριτική σκέψη δεν γίνονται από αριστερούς ή επαναστάτες με δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία – δηλαδή κρατικιστική ιδεολογία. Ούτε με «αποζημιώσεις», τόκους και δανεικά. Εκτός και αν επικαλούμαστε μια ανέξοδη «επανάσταση».

Το πρόβλημα ωστόσο γίνεται περισσότερο περίπλοκο και σοβαρό, στο βαθμό που η αριστερή εθνοπατριωτική ιδεολογία και ρητορική συγχρωτίζεται και ωσμώνεται  με την εθνικιστική ιδεολογία της άκρας και μέινστριμ δεξιάς όσο και σημαντικού μέρους της «σοσιαλδημοκρατικής» παράταξης. Σχηματίζεται λοιπόν, ολοένα και πιο ξεκάθαρα, ένα συμμαχικό μέτωπο – φαινομενικά ετερόκλιτων – δυνάμεων με καθεστωτικά χαρακτηριστικά και με δυναμική ανάληψης της κυβερνητικής εξουσίας. Εκμεταλλευόμενες προς όφελός τους τον λαϊκισμό και την κοινή λογική στην οποία είναι παγιδευμένες, λόγω των σκληρών αδιεξόδων που βιώνουν, οι πλατιές μάζες.

Ίδωμεν… Η συνέχεια φαίνεται συναρπαστική και με πολλές εκπλήξεις, καθότι το μέλλον βασικά είναι απρόβλεπτο και πανούργο… 

Δημήτρης Φασόλης

31/1/2012 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου